Το παιχνίδι με τα τουβλάκια
(ένα παραμύθι για την ελεύθερη έκφραση)
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα παιδί που το έλεγαν Αδάμ.
Απʼ τη στιγμή που κατάλαβε ότι τα χέρια δεν είναι μόνο για να πιάνει το φαΐ, ο Αδάμ ξεκίνησε να παίζει με τουβλάκια.
Με λαστιχένια και χοντρά τουβλάκια στην αρχή, μέχρι να κατακτήσει τη λεπτή δεξιότητα, μετά με όλο και πιο μικρά.
Τα πρώτα χρόνια τα έβαζε απλώς το ένα πάνω στο άλλο ή έφτιαχνε μικρές και ετοιμόρροπες κατασκευές. Με τον καιρό απέκτησε αυτοπεποίθηση και οι κατασκευές του γίνονταν όλο και πιο πολύπλοκες και ευφάνταστες.
Τα χρόνια περάσανε, αλλά ο Αδάμ δε μεγάλωσε. Έπαιρνε τα τουβλάκια του, πήγαινε στις αμμουδιές και έχτιζε εκεί εφήμερα παλάτια.
Κάποια μέρα βρέθηκε στην πλατεία ενός μεγάλου χωριού.
Χωρίς να το σκεφτεί έφτιαξε σε μια γωνιά την καινούρια του κατασκευή. Έβαλε πάνω μια ταμπέλα:
«Γελωτοποιός – Κατασκευές με τουβλάκια – Ελεύθερη Είσοδος»
Ύστερα ανέβηκε στη σοφίτα της κατασκευής του και συνέχισε να παίζει.
Από τον πολύ κόσμο που περνούσε από την πλατεία κάποιοι παρακινήθηκαν να μπουν μέσα στην κατασκευή του Αδάμ.
Βρήκαν στην μεγάλη αίθουσα πολλά τουβλάκια, έφεραν και τα δικά τους και ξεκίνησαν να παίζουν κι αυτά.
Τα παιδιά, μαζί με τον Αδάμ, καθόντουσαν στο τραπέζι και έφτιαχναν τις πιο αλλοπρόσαλλες κατασκευές.
Κάποιος έκανε την αρχή, ένα άλλο παιδί πρόσθετε το δικό του τουβλάκι, ένα τρίτο δημιουργούσε μια καινούρια πτέρυγα, και έτσι έπαιζαν ως αργά την νύχτα.
Τις κατασκευές δεν τις κρατούσαν. Τις άφηναν σε μια γωνιά και την επομένη ξεκινούσαν μια καινούρια.
Ανάμεσα στα παιδιά που έμπαιναν στον παιδότοπο του Γελωτοποιού ήταν και κάποια που δεν ήθελαν να λένε το όνομα τους ή κάποια που πήγαιναν μεταμφιεσμένα.
Σʼ ένα από αυτά τα ανώνυμα παιδιά, που είχε κάποιο τικ με το μάτι
, του άρεσε πολύ να επεμβαίνει στις κατασκευές των άλλων.
Όταν ήθελε μπορούσε να φτιάχνει ωραίες κατασκευές, αλλά τις περισσότερες φορές κατάστρεφε το παιχνίδι των άλλων παιδιών –και μετά γελούσε.
Μια μέρα, όπου είχαν μαζευτεί τα παιδιά και παίζανε, το ανώνυμο έβαλε κάτι παράταιρα και άσχημα τουβλάκια στην κατασκευή τους, θυμώνοντας τα παιδιά που κάτι άλλο είχαν φανταστεί να φτιάξουν.
Τότε άρχισαν να ζητάνε από τον Αδάμ να παρέμβει και να αφαιρέσει τα τουβλάκια του ταραξία.
«Δεν μπορώ να το κάνω», τους είπε ο Αδάμ, «αυτή η αίθουσα ανήκει σε όλους.»
«Όχι, όχι», του είπανε. «Δικός σου είναι ο παιδότοπος, πρέπει να βάλεις την τάξη.»
«Δεν ξέρω τι είναι η τάξη», τους είπε ο Αδάμ, «και δικιά μου είναι μόνο η σοφίτα. Αλλά κι εκεί παίρνω κομμάτια από τις δικές σας κατασκευές και από τις κατασκευές που φτιάξανε άλλα παιδιά, αρχαία και σοφά, για να παίζω.»
Τα παιδιά συνέχισαν να φωνάζουν: «Διώξʼ τον, μας χαλάει το παιχνίδι.»
Μόνο ένα παιδί με μουστάκι (ήταν κάπως πρόωρα ανεπτυγμένο) γελούσε και έλεγε: «Κάπως έτσι τελειώνει το παιχνίδι. Φιμώνοντας έναν.»
Ο Αδάμ υποψιάστηκε ότι ήταν λάθος, αλλά καθώς ήταν πολύ μικρός και καθόλου βέβαιος για οτιδήποτε, αποφάσισε να ακούσει τα παιδιά.
Αφαίρεσε τα τουβλάκια του παιδιού που προκαλούσε τη φασαρία και μετά άλλαξε την ταμπέλα της εισόδου: Έσβησε το «ελεύθερη» και έγραψε «υπεύθυνη».
Και μετά συνόδευσε το ανώνυμο παιδί έξω.
Γυρίζοντας στο τραπέζι βρήκε τα παιδιά μουτρωμένα.
«Τι πάθατε;» τα ρώτησε. «Έκανα ό,τι μου είπατε.»
«Ναι», του είπε ένα κοριτσάκι, «αλλά αφαίρεσες και τα δικά μου τουβλάκια και εγώ είχα φτιάξει κάτι πολύ ωραίο.»
«Δε γινόταν αλλιώς», παραδέχτηκε ο Αδάμ. «Όταν αφαιρείς ένα γκρεμίζεται ολόκληρη η κατασκευή.»
«Δε με νοιάζει θα πάω να παίξω αλλού», είπε το κοριτσάκι και έφυγε.
Το ίδιο έκαναν και πολλά άλλα παιδάκια.
Μόνο εκείνο με το μουστάκι συνέχισε να παίζει και να γελάει. Είπε στον Αδάμ: «Αν προσπαθείς να τους ικανοποιήσεις όλους δε θα ικανοποιήσεις κανέναν.»
«Και τι έπρεπε να κάνω;» τον ρώτησε ο Αδάμ.
«Πάλι τα ίδια;» είπε το παιδί με το μουστάκι. «Πάλι θες να σου πουν οι άλλοι τι να κάνεις; Βρες το μόνος σου.»
Ο Αδάμ έμεινε να παίζει και να σκέφτεται.
Λίγο μετά σηκώθηκε και ξανάγραψε στην ταμπέλα:
«Γελωτοποιός –Κατασκευές με τουβλάκια – Ελεύθερη Είσοδος (με δική σας ευθύνη)»
Έπειτα μάζεψε ότι είχε απομείνει από τις κατασκευές των παιδιών που έφυγαν, ανέβηκε στη σοφίτα…
Και έφτιαξε αυτήν την κατασκευή.
ΤΕΛΟΣ
ΗΘΙΚΟ ΔΙΔΑΓΜΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ:
Η ελεύθερη έκφραση δεν μπορεί παρά να είναι απολύτως ελεύθερη. Αλλιώς παύει να είναι ελεύθερη.
Κάθε σκέψη, ιδέα και λέξη, προσφέρει κάτι στη γενική εικόνα.
Αν απαγορευτεί μία, το οικοδόμημα της επικοινωνίας καταρρέει.
Όπως είπε και ένα Γαλλάκι: «Μπορεί να διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά δε θα πάψω να υπερασπίζομαι το δικαίωμα σου να το λες.»
ΕΠΙΜΕΤΡΟ: Σχετικά με την ελευθερία του τύπου και του λόγου, της Έμμα Γκόλντμαν:
«Πιστεύω πως ελευθερία του λόγου και του τύπου σημαίνει το δικαίωμα να λέω και να γράφω ό,τι μου αρέσει.
Αυτό το δικαίωμα καταντά μια φάρσα όταν καθορίζεται από το σύνταγμα, από νομοθετικές διατάξεις, από τις αποφάσεις του υπουργού Τύπου ή από τα αστυνομικά γκλοπ.
Σίγουρα θα με προειδοποιήσουν για τις συνέπειες, όταν ο λόγος και ο τύπος αφεθούν ελεύθερα. Πιστεύω όμως, πως το φάρμακο για τις συνέπειες μιας ανεμπόδιστης έκφρασης της γνώμης, είναι να διευρύνουμε ακόμα περισσότερο αυτό το δικαίωμα.»
πηγή