παραθέτω ένα κειμενάκι του θέμου που μου στείλανε και μου άρεσε πολύ!
Έβλεπα ένα πολύ ωραίο Όνειρο όταν το ξυπνητήρι κτύπησε δαιμονικά. Το
κακό με όλα τα ξυπνητήρια είναι ότι δεν ξέρουν τι σημαίνει η λέξη
«αρκετά». Θα το έχετε παρατηρήσει κι εσείς. Χτυπάει το ξυπνητήρι,
ξυπνάς από τον γλυκό σου ύπνο, αλλά παρ ότι το σατανικό όργανο έχει
εκπληρώσει την αποστολή του συνεχίζει να βαράει εκνευριστικά. Όμως
βαριέσαι να σηκωθείς να το κλίσης και η χώνεσαι κάτω από το μαξιλάρι η
του πετάς το μαξιλάρι. Τίποτα από αυτά δεν έκανα εγώ ,αντίθετα σηκώθηκα
χαρούμενος και άνοιξα τα παράθυρα. Ήταν 6.30¨ το πρωί και ο ήλιος το
σκεφτότανε να βγει. Σύννεφα δεν φαίνονταν πουθενά και αυτό είναι πολύ
σημαντικό όταν πρόκειται να πας εκδρομή. Γιατί εκδρομή θα πήγαινα, και
αυτός Ήταν ο λόγος που ήμουν τόσο χαρούμενος και ενεργητικός.
μετά
της απαραίτητες πρωινές διαδικασίες ( απαραίτητες για να βγεις
ευπρόσωπος στην καθημερινή κοινωνική ζωή ) πήγα στην κουζίνα. Εκεί η
καλή μητέρα μου είχε ετοιμάσει από το προηγούμενο βράδυ ( σχετική
παροιμία «η καλή νοικοκυρά κλπ κλπ» ) το καλαθάκι μου το οποίο
περιλάμβανε τα διάφορα αγαθά που χρειάζεται κάποιος που πάει εκδρομή.
Σάντουιτς coca cola σε κουτί ( που αν έχετε παρατηρήσει δεν είναι τόσο
καλή όσο του μπουκαλιού), φρούτα και διάφορα άλλα όργανα όπως
ανοικτήρια, γλυκά κλπ. Όλοι κοιμόντουσαν ακόμα όταν βγήκα από το σπίτι
στις 7 το πρωί ντυμένος εκδρομικά και χαριτωμένα, κρατώντας το καλαθάκι
μου και ατενίζοντας με αισιοδοξία την φύση. Η μοτοσικλέτα μου με
περίμενε πάντα στο ίδιο σημείο ( παρά την υποσυνείδητες προσπάθειες μου
να την αφήνω αφύλακτη, μήπως και ησυχάσω απʼ αυτήν). Στης 7 και πέντε
έφτανα στην πρώτη γνώριμη μου στροφή, και η απόσταση από τον τελικό μου
προορισμό άρχισε να μικραίνει.
Διασχίζοντας τους μεγάλους δρόμους
έμεινα θαμπωμένος από την ομορφιά της φύσης. Τι θαύμα ήταν Θεέ μου όλα
αυτά τα χρώματα… τα πορτοκαλί και μπλε των λεωφορείων, το γκρι των
ταξί, το μολυβί του ουρανού, το πράσινο και το κίτρινο των ημιφορτηγών
και αλλά τέτοια που σαν σύνολο θα έκαναν και τον ποιο εμπνευσμένο
ζωγράφο να τα παρατήσει. Η μαγεία ήταν τόση που δεν πρόσεχα όσο έπρεπε
τον δρόμο, αλλά γιʼ αυτό φρόντιζαν οι οδηγοί των αυτοκίνητων που με
διευκόλυναν αμέσως όταν έκανα κάποια άσχετη κίνηση.
Στις 8 έφτασα
στον τόπο προορισμού μου. Εκεί ήταν και πολύς άλλος κόσμος, και αυτό
πολύ με έκανε χαρούμενο μια που οι μοναξιές καθόλου δεν μου αρέσουν.
Κατέβηκα από την μοτοσικλέτα, την κλείδωσα και πήρα το καλαθάκι μου.
Μετά μπήκα στην ουρά.
Δεν θυμάμαι να σας διευκρίνισα ότι ο σκοπός
της εκδρομής ήταν να αγοράσω ανταλλακτικά για την μοτοσικλέτα μου, η
οποία είναι μεν «όλο προσόντα» αλλά που και που παθαίνει και καμία
βλάβη.
Πρώτα πέρασα από κάτι μεγάλες σιδερένιες πόρτες, όπου σε κάθε
μια ήταν και ένας βλοσυρός υπάλληλος που με ρωτούσε τι ήθελα. Έμειναν
ικανοποιημένοι από τις απαντήσεις μου και με άφησαν να περάσω στην
αίθουσα (υπόγειο) των ανταλλακτικών. Πίσω από τον πάγκο ήταν ο μέγας
ανταλλακτικοφυλαξ με όλο το ύφος που ταιριάζει σε μια τέτοια θέση.
Άλλοι δέκα περίπου Ήταν πριν από εμένα. Η διαδικασία ήταν η εξής. Όταν
κάποτε έφθανες μπροστά στον Μ. Α. (μέγας ανταλλακτικοφυλαξ) αυτός σε
κοιτούσε κατάματα, τράβαγε μια ρουφηξιά καφέ και μια τσιγάρο και
ρωτούσε παγερά.
«τι θέλουμε?» ( ο «θέλουμε» ήσουν εσύ και αν έπεφτες
στην παγίδα και έλεγες «θέλουμε» Όλοι γελούσαν μαζί σου. μετά έλεγες τη
ήθελες). εγώ π.χ. όταν έφτασα μπροστά στον Μ.Α. είπα.
«έχω ένα «όλο
προσόντα» 400 και θέλω φλάντζες». Όπως φαίνεται ήμουν πολύ απότομος
Γιατί ο Μ.Α. τραβήχτηκε προς τα πίσω συνοφρυωμένος και είπε σφυριχτά.
«φλαααντζες?». Αυτό όμως δεν είχε σημασία γιατί όπως μου είπαν αυτή
ήταν η αντίδραση του Μ.Α. σε οτιδήποτε και αν ζητούσες ( «καπααακι?»,
«τσιμουουχες?» κλπ) ο Μ.Α. το σκέφτηκε λίγο και μετά είπε «δεν νομίζω
ότι έχουμε τέτοιο πράγμα αλλά θέλετε να κοιτάξουμε?».
Εδώ ήταν η
κρίσιμη στιγμή που ανάλογα με την απάντηση που δίνεις κρίνετε η τύχη
σου. Αν πεις «δεν πειράζει μην ενοχλείσθε, ευχαριστώ» και φύγεις και
πας και πουλήσεις αμέσως το «όλο προσόντα 400» σου έχεις κάνει την πιο
έξυπνη πράξη της ζωής σου. Αν όμως θελήσεις να ψάξουν για το
ανταλλακτικό σου, τότε είσαι άξιος της τύχης σου. Εγώ έκανα το δεύτερο.
Ο
Μ.Α. χαμογέλασε ειρωνικά και είπε. «ΚΑΛΑΑ». μετά πήρε ένα ροζ χαρτί και
έγραψε πάνω ορισμένα νούμερα. «τα στοιχεία σου» είπε ο Μ.Α. εγώ έδωσα
αμέσως όλα μου τα στοιχεία, όνομα διεύθυνση κλπ, πράγματα φυσιολογικά
απαραίτητα για να αγοράσεις μια φλάντζα. «περίμενε» είπε ο Μ.Α. και με
μια μικρή κίνηση του χεριού του μου έδωσε να καταλάβω ότι ο ρόλος μου
μπροστά του είχε τελειώσει.
Αποτραβήχτηκα σε μια γωνία και άρχισα να
περιεργάζομαι τον υπόλοιπο κόσμο. Δίπλα μου ήλθε και στάθηκε ένας
άνθρωπος γύρο στα 50. Φορούσε φόρμα συνεργείου και το βλέμμα του ήταν
τελείως απλανές. Έβγαλε από την τσέπη του ένα μεγάλο ξυπνητήρι και το
κούρδισε. μετά έπεσε κάτω στο μωσαϊκό και κοιμήθηκε.
Η ώρα ήδη είχε περάσει τις 10.30΄όταν με πλησίασε κάποιος με εμφάνιση υπεύθυνου.
-«περιμένετε για ανταλλακτικά?»
-«ναι, κάτι φλάντζες»
-«φλάντζες
εε? Χμμ! Δύσκολο. Ποδόσφαιρο η μπάσκετ?» «Ποδόσφαιρο» είπα και
ακολούθησα τον υπάλληλο. Έξω από το κτίριο η καλή αντιπροσωπεία των
«όλο προσόντα» έχει κατασκευάσει με δικά της έξοδα γήπεδα (ποδοσφαίρου,
τένις, μπάσκετ) καθώς και άλλους χώρους αναψυχής. Όλα αυτά για να
μπορούν οι πελάτες που περιμένουν το ανταλλακτικό τους να διασκεδάσουν
και γενικά να περάσουν τις 3-4 απαραίτητες ώρες που χρειάζονται για να
διαπιστώσει η αντιπροσωπεία αν έχει το ανταλλακτικό που θέλουν. Εγώ
λοιπόν έπαιζα ποδόσφαιρο. Υπήρχαν δύο εντεκάδες. Η μία ήταν
αποκλειστικά από ιδιοκτήτες «όλο προσόντα 400» και η άλλη από
ιδιοκτήτες «όλο προσόντα 750» αλλά επειδή αυτοί ήταν λίγοι συμμετείχαν
και δύο ιδιοκτήτες «όλο προσόντα 200» για να συμπληρωθούν οι εντεκάδες.
Το ματς ήταν πολύ ωραίο και η ομάδα μου η «όλο προσόντα 400» κέρδισε
καθαρά με 6-0.
Όταν τελειώσαμε η ώρα ήταν περίπου 1 και έτσι όλοι
μαζί συναδελφωμένοι οι «όλο προσόντα 400» και οι «όλο προσόντα 750»,
πήγαμε και καθίσαμε σε μια σκιά. Εκεί ο καθένας πήρε το καλαθάκι του
και έβγαλε το φαγητό του. Η αντιπροσωπεία των «όλο προσόντα» προσέφερε
δωρεάν μπύρες και πιάσαμε συζήτηση για το αν τελικά θα βρίσκαμε τα
ανταλλακτικά που θέλαμε. Μπήκαν και ορισμένα στοιχήματα μεταξύ των πιο
τολμηρών, μια και οι λογικοί ποτέ δεν βάζουν στοίχημα όσον αφορά την
ύπαρξη η μη ανταλλακτικών. Είναι το ποιο απίθανο προς την εξέλιξη του
θέμα. Ποτέ δεν ξέρεις. Γενικά περάσαμε ωραία, ανταλλάξαμε και μεζέδες,
εγώ έδωσα ένα σάντουιτς για δύο κεφτεδάκια, ανταλλαγή μάλλον συμφέρουσα
αφού τα κεφτεδάκια αποδείχτηκαν πολύ νόστιμα.
Μετά ακούστηκε μια
φωνή από τα μεγάφωνα που υπήρχαν στον γύρο χώρο. «Οι κ.κ. πελάτες
μπορούν να περάσουν για την έκδοση των αποτελεσμάτων». Τότε πρέπει να
πω ότι έγινε χαμός, Όλοι ξέχασαν τους καλούς τους τρόπους και άρχισαν
να τρέχουν. Όπως όταν γίνετε σεισμός και είσαι στο ισόγειο οκταοροφης
πολυκατοικίας. Εγώ είναι αλήθεια ότι δεν είμαι πολύ γρήγορος αλλά
τράβηξα μερικές αγκωνιές, έβαλα και μια τρικλοποδιά και τελικά κατάφερα
να φτάσω σε μια αξιοπρεπή σειρά. Έξω από την πόρτα είχαν μείνει
ορισμένοι θύματα του συνωστισμού που έδεναν τις ελαφρές πληγές τους
γιατί οι ποιο προνοητικοί είχαν και κουτί πρώτων βοηθειών μαζί τους,
κάτι που δεν πρόκειται να το αμελήσω την επόμενη φορά. Εκείνη την ώρα ο
Μ.Α. άρχισε να ανακοινώνει στον καθένα με την σειρά του αν υπάρχουν η
όχι τα ανταλλακτικά που θέλει, η αγωνία είχε κορυφωθεί. Προσωπικά ποτέ
δε είχα ξανανιώσει τόση αγωνία, ούτε όταν περίμενα τα αποτελέσματα των
εισαγωγικών στο πανεπιστήμιο ούτε και όταν περίμενα την απάντηση από
την πρώτη κοπέλα που της πρότεινα να «τα φτιάξουμε». (Τι έκφραση!). Και
όλοι οι άλλοι είχαν αγωνία, ορισμένοι μάλιστα έπαιρναν και χάπια, άλλοι
Valium άλλοι Tavor για να κρατήσουν την ψυχραιμία τους, έστω και
φαινομενικά.
Και πόση χαρά ένιωσα θεέ μου όταν ενώ η ώρα έφτανε
τρεις, ο Μ.Α. μου ανακοίνωσε ότι τα ανταλλακτικά μου υπήρχαν. Ήταν μια
από τις καλύτερες στιγμές της ζωής μου και εκείνη τη στιγμή τίποτα άλλο
δε με ένοιαζε από το ότι ήμουν μέσα στους λίγους τυχερούς. Ούτε με
ένοιαζε ότι δίπλα μου ανθρώπινες ζωές καταστρέφονταν, και εννοώ βεβαίως
όλους αυτούς που δεν βρήκαν ανταλλακτικά. Άλλοι έκλαιγαν γοερά με
κραυγές τόσο σπαρακτικές που δεν είχα ξανακούσει παρόμοιες ποτέ μου,
άλλοι λιποθύμησαν και άλλοι έμειναν αποσβολωμένοι στην θέση τους χωρίς
να μπορούν να κινηθούν ή να μιλήσουν και θύμιζαν τις κούκλες που έχουν
στης βιτρίνες των καταστημάτων ρούχων. Κάποιος έβγαλε ένα μαχαίρι και
αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει κόβοντας το κεφάλι του αλλά τον πρόλαβαν.
Ένας άλλος έβγαλε αφρούς από το στόμα του, και οι κόρες των ματιών του
άρχισαν να στριφογυρίζουν και έμοιαζαν με της μπίλιες που έχουν κάτι
ηλεκτρονικά μηχανάκια, αυτά που σου περνούν το βδομαδιάτικο σε μια ώρα..
Εκείνος
που πριν από το ματς είχε πέσει για ύπνο ξύπνησε από τα κλάματα,
κλότσησε το ξυπνητήρι του που δεν τον ειδοποίησε έγκαιρα και πλησίασε
τον Μ.Α. με το ίδιο απλανές βλέμμα. Δεν του μίλησε, απλός τον κοίταξε.
Ο Μ.Α. σήκωσε τα φρύδια του κάνοντας μια αρνητική κίνηση και ο άλλος
γύρισε την πλάτη του και άρχισε να φεύγει χωρίς να αλλάξει καθόλου η
έκφραση του. Η ψυχραιμία του με παραξένεψε και αμέσως τον ρώτησα πως
καταφέρνει και είναι τόσο ψύχραιμος. αυτός με κοίταξε, θλιμμένα είναι
αλήθεια, και μου είπε «είσαι τόσο νέος…εγώ έρχομαι εδώ 15 ολόκληρα
χρόνια… έχω συνεργείο αποκλειστικά για μοτοσικλέτες «όλο προσόντα».
κάποτε και εσύ θα είσαι σαν και εμένα ψύχραιμος…»
Δεν έδωσα σημασία
στα λόγια του και πήγα στο ταμείο. Εκεί όλα έγιναν στα γρήγορα όπως
πάντα γίνετε όταν πρόκειται να σου πάρουν χρήματα. Αφού πλήρωσα 1.000
δρχ ποσό οπωσδήποτε ξεφτιλισμένο για 5 ολόκληρες φλάντζες (Σχόλιο δικό.
μου εγώ έπαιρνα μηνιάτικο τότε σαν τεχνίτης 18000 δρχ για να
καταλάβετε) προχώρησα στην παραλαβή. Όμως κάποιος με σταμάτησε και με
ρώτησε αν ήμουν ανάμεσα σε αυτούς που πήραν τελικά ανταλλακτικά. Μετά
την καταφατική μου απάντηση με παρακάλεσε να τον ακολουθήσω. Πήγαμε σε
μια αίθουσα όμορφη, με μοκέτες στα πατώματα και ξύλινη επένδυση στον
τοίχο. Εκεί ήμασταν όλοι, και οι επτά δηλαδή που πήραν τελικά
ανταλλακτικά, καθόλου κακή αναλογία αν σκεφτεί κανείς ότι το σύνολο
ήταν 70 άτομα. Ήλθαν ορισμένοι κύριοι με κουστούμια και μας παρακάλεσαν
να σταθούμε ο ένας δίπλα στον άλλο. τότε ξαφνικά όρμηξαν μέσα
φωτογράφοι και άρχισαν να μας τραβούν φωτογραφίες. αφού τελείωσαν, οι
κύριοι με τα κουστούμια μας παρακάλεσαν να καθίσουμε. Κάποιος από
αυτούς, ο ποιο κύριος με το ποιο κουστούμι, έβγαλε ένα μικρό λόγο.
«αγαπητοί μου οργανώσαμε αυτή την μικρή γιορτούλα προς τιμή σας επειδή
καταφέρατε και βρήκατε τα ανταλλακτικά που χρειαζόσασταν. Αυτός ο άθλος
διαψεύδει κατηγορηματικά όλους αυτούς που ανεύθυνα φωνάζουν ότι η
αντιπροσωπεία των «όλο προσόντα» μοτοσικλετών, στερείται ανταλλακτικών
και γενικά ταλαιπωρεί τους πελάτες. Τις φωτογραφίες που πήραμε, με την
άδεια σας, θα τις δημοσιεύσουμε στις ημερήσιες εφημερίδες με τον
υπότιτλο. ΣΗΜΕΡΑ 16 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1981 ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΑΥΤΟΙ ΒΡΗΚΑΝ
ανταλλακτικά. Σας ευχαριστούμε για την υπομονή και την κατανόηση που
δείξατε και σας βεβαιούμε ότι θα συνεχίσουμε την προσπάθεια μας έτσι
ώστε η αντιπροσωπεία των «όλο προσόντα» να εξακολουθήσει να είναι η
εταιρία με το ποιο πλήρες στοκ ανταλλακτικών».
Μετά μας έδωσαν
πορτοκαλάδες και μπουγάτσες και ένα αναμνηστικό μπρελόκ για τον καθένα.
Ευχαριστημένοι όλοι και ενώ η ώρα έφτανε τις πέντε πήγαμε στην παράδοση
των ανταλλακτικών. Εκεί όπως ίσως έχετε διαπιστώσει όλοι όσοι έχετε
πάει στην αντιπροσωπεία των «όλο προσόντα» την παράδοση των
ανταλλακτικών έχει αναλάβει ένας πολύ καθώς πρέπει κύριος, που
σημαντικά βοηθάει την φήμη της εταιρίας. Πρόκειται για το είδος αυτό
των ελλήνων που είναι τετράγωνοι γενικά, εκτός του μυαλού, τρέφουν
λεπτό μύστακα στην άκρη του άνω χείλους, φορούν χρυσά δακτυλίδια και
βρίθουν ζωτικότητας. Ο κύριος αυτός εκλεκτό δείγμα της ράτσας μας
διανύει τις αποστάσεις, από την αποθήκη στην παράδοση σε εκπληκτικούς
χρόνους σχεδόν κάτω από μια ώρα, και αφήνει τα ανταλλακτικά στον πάγκο
με μια αεράτη κίνηση που συνοδεύετε με ένα «γκουπ». Ο υπεύθυνος αυτός
δεν μιλάει μια που πιστεύει ότι τα πολλά λόγια είναι φτώχια και τα
μουγκρητά πλούτος.
Όταν βγήκα κάποια ώρα από το κτίριο της
αντιπροσωπείας των «όλο προσόντα» είχε αρχίσει να σουρουπώνει.
Νιώθοντας Εκείνη την γλυκιά κούραση που αισθάνονται όσοι έχουν δουλέψει
σκληρά αλλά έχουν πετύχει στον σκοπό τους, άφησα το «όλο προσόντα» 400
μου να με οδηγήσει προς το σπίτι. Κρατώντας σφικτά την σακούλα με τα
ανταλλακτικά μου διέσχισα την ίδια διαδρομή, μόνο που το σκοτάδι τώρα
είχε καλύψει όλα όσα είχα θαυμάσει το πρωί. Σαν έφτασα σπίτι η καλή
μητέρα με ρώτησε.
-«πως πέρασες παιδί μου; ήταν ωραία;»
-«ωραία; υπέροχα, όσο δεν γράφεται.»
Μετά
άφησα το «όλο προσόντα 400» μου τέλειως ξεκλείδωτο και πήγα για ύπνο.
Και κουρασμένος βυθίσθηκα σε ένα λήθαργο τόσο βαθύ, που απορώ πως
θυμάμαι και σας γράφω αυτά που ονειρεύτηκα. ήμουν λέει στην
αντιπροσωπεία των «όλο προσόντα» ρακένδυτος και κουρελής (το ίδιο
είναι) αδύνατος σαν σκελετός με μακριά άσπρα μαλλιά και γενιά. Είχα
ψείρες και άλλες πληγές και κρατώντας ένα μπαστούνι και ένα φανάρι
γύριζα συνέχεια μουρμουρίζοντας «φλαααντζες, φλαααντζες, φλαααντζες,» .
Δεν
έκανα τίποτα άλλο και όλοι με είχαν μάθει εκεί μέσα, ήμουν πια το
στοιχειό της αντιπροσωπείας. Και χιλιάδες φλάντζες πέρναγαν από μπροστά
μου, και τσιμούχες , και ελατήρια και πιστόνια αλλά εγώ δεν μπορούσα να
τα αγγίξω μια που ένα διαφανές τζάμι με χώριζε από αυτά. Και συνέχιζα
να γυρνώ άσκοπα πάντα στον ίδιο σκοπό «φλαααντζες, φλαααντζες,
φλαααντζες….».
Ήταν βεβαίως μια φανταστική ιστορία. Παρ όλα αυτά
βασίζετε σε πραγματικά γεγονότα, αναφέρετε σε μια κατάσταση που την
ζουν όλοι όσοι έχουν κάποιο μοντέλο της συγκεκριμένης εταιρίας. Και την
ζήσαμε πολλοί πριν από αυτούς και θα την ζήσουν καθώς φαίνεται και οι
ερχόμενες μοτοσικλεττιστικες γενιές που θα αγοράσουν μοτοσικλέτες «όλο
προσόντα».
Θεμος Αναστασιαδης (περιοδικο motorsport 1981)