3 φίλες
Αργοπίνοντας το ποτό της, η ελεύθερη από τις τρεις φίλες λέει: «Την
> περασμένη Παρασκευή, μετά τη δουλειά, πήγα στο γραφείο του φίλου μου που
> δούλευε ως αργά, φορώντας μόνο ένα δερμάτινο πανωφόρι. Πριν χτυπήσω την
> πόρτα, έβαλα μια μάσκα, άφησα το πανωφόρι να γλιστρήσει από πάνω μου, και
> έμεινα με ένα δερμάτινο κορσάζ, κάλτσες μαύρες νάιλον και ψηλά τακούνια. Ο
> φίλος μου ερεθίστηκε τόσο που κάναμε παθιασμένο έρωτα πάνω στο γραφείο του».
>
> Η αρραβωνιασμένη αφήνει ένα νευρικό γελάκι και λέει: « Περίπου τα ίδια είχα
> κι εγώ! Όταν ο αρραβωνιαστικός μου ήρθε την Παρασκευή, με βρήκε να φοράω μια
> μαύρη μάσκα , δερμάτινο κορσάζ, μαύρες νάιλον κάλτσες και ψηλοτάκουνες
> γόβες. Ερεθίστηκε τόσο, που κάναμε έρωτα όλη τη νύχτα, και τώρα θέλει να
> επισπεύσουμε την ημερομηνία του γάμου.
>
> Η παντρεμένη αφήνει αργά το ποτήρι της στο μπαρ και λέει: « Εγώ το σχεδίασα
> πολύ καλά. Άφησα τα! παιδιά στη μητέρα μου, έκανα ένα αρωματισμένο μπάνιο,
> έβαλα ένα σφιχτό δερμάτινο κορσάζ, ζαρτιέρες και μαύρες νάιλον κάλτσες και
> δωδεκάποντες γόβες. Τελείωσα την προετοιμασία μου ,ε μια μαύρη μάσκα. Όταν ο
> άντρας μου επέστρεψε από τη δουλειά του, πήγε στο ψυγείο και πήρε μια μπύρα,
> πήρε το τηλεκοντρόλ, με κοίταξε, κάθισε στον καναπέ και είπε: «Δεν μου λες,
> Μπάτμαν, τι έχει να φάμε για βράδυ;»