Αφιερωμενο σε οσους απορουν και μας κοιταζουν σαν τρελους που ταξιδευουμε τετοιες μερες στη καρδια του χειμωνα...Υπαρχει το κρυο, και υπαρχει το κρυο στη μοτοσυκλετα.
Κρυο στη μοτοσυκλετα ειναι σαν να σε βαρανε παγωμενα σφυρια ενω σε κλωτσανε απο πανω με παγωμενες μποτες –ενα κρυο που φτανει στο μεδουλι και σου τσακιζει τα κοκκαλα.
Τα μεγαλα χερια του παγωμενου ανεμου στιβουν και τις τελευταιες σταλες ζεστης απο το σωμα μου και φευγουν μακρυα. Κατω απο μια παγωμενη βροχη του χειμωνα οι σταλες δεν μοιαζουν καν με νερο. Τις νοιωθω σαν θρυμματισμενα κοκκαλα κατευθειαν απο την Κολαση που πεφτουν στο προσωπο μου. Εχω την αισθηση οτι θα φτασω με τα μαγουλα και το μετωπο μου ματωμενα αλλα αυτο ειναι απλα μια ψευδαισθηση, ειναι απλα τα τεντωμενα μου νευρα που δεν παλευουν τις ταχυτητες της εθνικης μια τετοια μερα.
Παρολαυτα μου ειναι ακομα πιο δυσκολο να αφησω τα κλειδια της μηχανης στην ακρη οταν φευγει το φθινοπωρο, ενω οταν πλεον μπει η ανοιξη τρεχω σαν τρελος να βγαλω την καλη μου στο δρομο και να φυγουμε σε αγνωστα μερη –τετοιες παραφροσυνες ειναι συνηθισμενες αναμεσα στους μηχανοβιους.
Αν αφησεις τη Μηχανη να μπει στη ζωη σου εχεις αλλαξει για παντα.
Τα γραμματα «ΜΟΤΟ» σφραγιζονται ανεξιτηλα στην ταυτοτητα σου, ακριβως διπλα στο υψος και το βαρος σου, σαν το να εισαι «μοτοσυκλετιστης» να ειναι ενα ακομα φυσικο σου χαρακτηριστικο, η ακομα και μια νοητικη κατασταση.
Αλλα οταν ο ζεστος καιρος επιτελους φτανει, τοτε ολες αυτες οι παγωμενες μερες και καταιγιδες ξεπληρωνονται στο φουλ, γιατι ενα μοτοσυκλετιστικο καλοκαιρι αξιζει οποιαδηποτε τιμη.
Μια μηχανη δεν ειναι απλα ενα διτροχο αυτοκινητο. Η διαφορα αναμεσα στο να οδηγεις ενα αυτοκινητο και να καβαλας μια μηχανη ειναι η διαφορα αναμεσα στο να χαζευεις ΤV και στο να ζεις τη ζωη σου.
Ξοδευουμε τις ζωες μας ερμητικα κλεισμενοι σε κουτια και τα αμαξια ειναι απλα τα κουτια με ροδες που μας μεταφερουν νωχελικα απο το σπιτι-κουτι στο γραφειο-κουτι στο μαγαζι-κουτι και πισω, και ολη αυτη την ωρα παγιδευμενος σε μπαγιατικο αερα, με ελεγχομενη θερμοκρασια, με ηχομονωση και μυρωδια απο φτηνες μοκετες.
Πανω στη μηχανη ξερω οτι ειμαι ζωντανος. Οταν καβαλαω, ακομα και τα γνωριμα μου φαινονται παραξενα και νεα και λαμπρα. Ο αερας εχει υποσταση και βαρος ενω τον διασχιζω και το αγγιγμα του ειναι τοσο ενδομυχο οσο ειναι και το νερο σε εναν κολυμβητη. Νοιωθω τη δροσια που απαγγιαζει κατω απο τα δεντρα και τη θερμη των ηλιακτιδων που περνανε αναμεσα στις φυλλωσιες.
Μπορω να βλεπω τα παντα γυρω μου σε ενα απιθανο πανοραμα, πανω, κατω και τριγυρω, πιο πλατυ απο οθονη Panavision και πιο ψηλο απο οθονη IMAX, ανεμποδιστος απο ταβανια η ταμπλο.
Καμια φορα ακουω μεχρι και μουσικη. Ειναι οπως οταν νομιζεις οτι ακους το τηλεφωνο στο ντους η κουδουνια να χτυπανε ενω καθαριζεις με την ηλεκτρικη – ειναι το μυαλο που αγαπαει τα μοτιβα και ψαχνει να βρει γνωριμους ηχους μεσα στο θορυβο. Ομως εγω πανω στη μοτοσυκλετα ακουω ολοκληρα τραγουδια –σκοτεινες ορχηστρες, ζορικες ροκιες και γυναικειες φωνες να τραγουδανε- ολα κρυμμενα στον ανεμο και να απελευθερωνονται με την ταχυτητα.
Πανω απο τα 50 χιλιομετρα οι μυρωδιες γινονται αφυσικα εντονες. Ολες οι ξεχωριστες μυρωδιες των δεντρων,των λουλουδιων και του εδαφους μπλεκονται ολες μαζι γλυκα σαν χημικες νοτες σε μια μεγαλειωδη συμφωνικη ορχηστρα της Φυσης.
Μερικες φορες οι μυρωδιες ξυπνανε αναμνησεις τοσο δυνατες, που θαρρεις οτι το παρελθον στεκει αορατο διπλα μου, λες και ειναι η μοτοσυκλετα μια μηχανη του χρονου που αρκει μια γκαζια της για να ξεκλειδωσει ολες τις πορτες του μυαλου.
Μια βολτα ενα καλοκαιρινο απογευμα φλερταρει επικινδυνα με την Εκσταση. Ο ογκος και η ποικιλια των ερεθισματων ειναι σαν δυνατο ντους για το νευρικο μου συστημα, ενα ηλεκτρικο μασαζ για τον εγκεφαλο, ενας ελεγχος συστηματων για την ψυχη μου. Μου αποσπα χαμογελα με το ετσι θελω: ενα λεπτο πριν ημουν βαρυς, μελαγχολικος, μουδιασμενος και απαθης ενω τωρα, πανω σε 2 τροχους μεγαλα, τσαλακωμενα, ανεμοδαρμενα χαμογελα ανεμιζουν σαν κουρελοπανα, σαν αερας που φευγει απο αεροπλανο που αποσυμπιεζεται.
Η μεταφορα εδω εναι απλα μια δευτερευουσα λειτουργια. Η Μοτοσυκλετα ειναι πρωτα απο ολα μια μηχανη χαρας.
Ειναι το κουτι των θαυματων, ενα μεταλικο πουλι, μια μηχανοκινητη προσθηκη.
Ειναι φωτεινη και σκοτεινη και γυαλιστερη και βρωμικη και κρυα και ζεστη, και τοσα παραπανω, ολα μπλεγμενα γλυκα. Ειναι ενας αγωγος ευλογιας, ειναι ενας καταλυτης που ενωνει το Κολασμενο με το Θειο.
Ακομα βλεπω τον εαυτο μου σαν εναν αρχαριο μηχανοβιο, και ας ειχα μεχρι τωρα το μεριδιο μου απο μηχανες τοσα χρονια, και το μεριδιο μου απο υπνους κατω απο γεφυρες και υποστεγα. Δεν θα αλλαζα ουτε ενα δευτρολεπτο απο τις καλες στιγμες η τις μιζερες: το οτι εμαθα να καβαλαω ηταν ενα απο τα καλυτερα πραγματα που εκανα ποτε.
Τα αυτοκινητα μας παραμυθιαζουν και μας λενε οτι ειμαστε ασφαλεις, δυνατοι και υπο ελεγχο. Οι ανεμιστηρες του κλιματιστικου μουρμουριζουν αδειες υποσχεσεις και μας ψυθιριζουν «Κοιμησου… Κοιμησου».
Η Μηχανη μας λεει μια πιο χρησιμη αληθεια: ειμαστε μικροι και εκτεθειμενοι, και μαλλον κινουμαστε υπερβολικα γρηγορα για το καλο μας, αλλα αυτο δεν ειναι λογος να μην απολαμβανουμε καθε λεπτο της διαδρομης.